Δευτέρα 12 Νοεμβρίου 2018

Ο Αισιόδοξος που Ματώνει

Πέρασε κι άλλη μια μέρα. Ξέρεις τι ώρα είναι; Είναι πεντέμισι το μεσημέρι. Άντε πες, μπαίνει απόγευμα. Και για μένα, η μέρα μόλις τέλειωσε. Ίσως να ήταν καλύτερο να μου βάζανε ένα πιστόλι στον κρόταφο και τα πειραγμένα μου μυαλά να τα κάνανε στάχτη. Όχι γιατί θέλω να πεθάνω, ουδέποτε πέρασε τέτοια σκέψη από το μικρό μου θηριοτροφείο σκέψεων. Αλλά γιατί, από τον θάνατο είναι χειρότερο η μέρα ενός ανθρώπου να τελειώνει στις 5:34 το μεσημέρι. Μου φάγανε το απόγευμα. Μου φάγανε το βράδυ. Μου φάγανε τη δύση του ηλίου. Μου κλέψανε τα όνειρα, τόσο πολύ που το μόνο που ονειρεύομαι είναι οι μέρες έξω από αυτά τα στενά κάγκελα του στρατοπέδου. Μα δεν είναι όνειρο αυτό. Ξέρεις τι είναι το δικό μου το μυαλό να μην πλανιέται σε έρωτες ουτοπικούς, αστρικά ταξίδια, μουσικές φασαριόζες αλλά ακόμα και σε στεναχώριες για την ίδια μου την ύπαρξη; 



Τούτο είναι το μεγαλύτερο κακό εκεί μέσα. Σου ρουφάει τις σκέψεις τις γόνιμες. Σου διώχνει τη σπιρτάδα. Σε κάνει ρομπότ προγραμματισμένο να κάνεις κάθε μέρα τα ίδια ανούσια πράγματα ξανά και ξανά, παραπονούμενος επαναλαμβανόμενα για αυτά αλλά μην έχοντας το σθένος να αντιτεθείς σε οτιδήποτε. Κι άλλη μια μέρα πέρασε στο γαμημένο στρουμφοχωριό, άλλη μια μέρα από τους πολύτιμους εννέα μήνες της ζωής μου χάθηκε. Και τα όνειρα περιορίζονται στο να αποκτήσω την πολιτική μου ταυτότητα ξανά, αντί να ονειροβατώ με ιστορίες του Πόε και πίνακες του Βαν Γκογκ.

Ανάθεμα τον κόσμο που φτιάξατε. Ανάθεμα αυτούς που κυβερνάν και τους υποταγμένους. Ανάθεμα το μυαλό που μας χαρίστηκε, που αναρωτιέμαι αν το χρησιμοποιούμε έστω τόσο δα. Ανάθεμά με, που δεν δίνω μια κλοτσιά στο κατεστημένο και σε ό,τι αυτό συνεπάγεται.

Θα νικήσουμε, μια μέρα. Όλοι οι ονειροπόλοι, οι ουτοπιστές, οι κυνικοί κι οι ρομαντικοί αλλά ακόμα κι οι ρεαλιστές. Θα νικήσουμε όλοι. Γιατί αυτό που ζούμε τώρα δεν είναι πραγματικότητα, μα παρωδία. Θα νικήσουμε μια μέρα και η παρωδία θα νεκρώσει. Κι η πραγματικότητα θα έρθει, και θα είναι πιο γλυκιά κι από το πιο όμορφο φιλί που δώσαμε ποτέ. 

Μέχρι τότε, καληνύχτα. 5:45 το απόγευμα. Μου φάγατε το απόγευμα, καθάρματα...

Δευτέρα 10 Σεπτεμβρίου 2018

Κρίση πανικού


Είναι χειρότερο από το να φοβάσαι ότι θα πεθάνεις: είναι λες και είσαι σίγουρος πως όσα έκανες στη ζωή σου είναι ένα λάθος. Πως εσύ ο ίδιος είσαι ένα λάθος. Πώς φτάνουμε ως εδώ; Ποιος μηχανισμός ενεργοποιείται μέσα μου που λέει «θα σε καταστρέψω δίχως λόγο κι αφορμή»; Μουδιάζω, σφίγγομαι, ανακατεύομαι, δεν μπορώ να σταθώ στα πόδια μου, μου κάνω κακό δίχως να ξέρω το λόγο. Πώς γιατρεύεται αυτό; Υποτίθεται πως είναι επειδή έχω περισσότερη ενσυναίσθηση ή περισσότερη συναισθηματική νοημοσύνη από κάποιους άλλους, αλλά δεν είμαι σίγουρος πως τα προτιμώ αυτά από το να κοιμάμαι ήσυχος τα βράδια. Το να πνίγεσαι σε μία κουταλιά πραγματικά, δεν είναι καθόλου εύκολο κυρίως διότι δεν είναι διαχειρίσιμο. Δεν το παραγγέλνω όλο αυτό ούτε κάθομαι κάτω και λέω «σήμερα θα γίνω έτσι, θα αναλογιστώ τις πράξεις μου και τη θέση μου στον κόσμο». Μακάρι να μπορούσα όλα να τα λύσω με ένα κλάμα δυνατό. Με πολλά κλάματα, δεν με νοιάζει. Δε λύνεται τίποτα όμως γιατί δεν είναι στεναχώρια αυτό που έχω για να λυθεί με κλάμα. Είναι απόγνωση. Χειρότερα, είναι απόγνωση συνοδευόμενη από συνεχή απορία του γιατί το κάνω αυτό στον εαυτό μου. Γαμώ τις ταχυπαλμίες, το τρέμουλο, την αναγούλα, γαμώ τις αϋπνίες, όλα αυτά ίσως περνούν. Το να νιώθω 24 ώρες την ημέρα πως είμαι ένα τεράστιο λάθος, εγώ και όλη μου η υπόσταση, πώς διορθώνεται; Γιατί ενώ με μεγάλωσαν σε ένα όμορφο περιβάλλον, γιατί ενώ έχω επιζήσει από πράγματα πραγματικά σκληρά κι άσχημα, αυτή τη στιγμή της ζωής μου να με οδηγώ μονάχος μου στο απόλυτο κενό και στην απόλυτη λύπη δίχως να φαίνεται να μπορώ να το ελέγξω;



Παρασκευή 7 Σεπτεμβρίου 2018

Η τελευταία ερωτική επιστολή


Αγαπητή Κάρεν,

κάπως έτσι αρχίζει. Σκεφτόμουν σχετικά με Εμάς. Εμάς με κεφαλαίο Έψιλον. Την ιστορία Μας. Πώς σκατά μπορώ να την ανακεφαλαιώσω; Υπήρξε τέλεια; Δύσκολα. Οποιαδήποτε ιστορία με εμένα στο κέντρο της δεν θα είναι τίποτα λιγότερο από ένα τεράστιο μπέρδεμα. Αλλά ορίστε τι ξέρω με σιγουριά: οι δικές μας όμορφες ημέρες ήταν ένα πράγμα γεμάτο γαμημένη, αγνή ομορφιά.

Οι εφιάλτες, τα χανγκόβερ, τα γαμήσια και το ξύλο… Η πανέμορφη, λαμπρή παραφροσύνη σε αυτή τη δικιά μας πόλη… όπου για χρόνια ξυπνούσα, τα έκανα σκατά όλα, έλεγα «συγγνώμη», λιποθυμούσα και μετά τα έκανα όλα ξανά από την αρχή. Ως συγγραφέας, λατρεύω τα χαρούμενα τέλη. Ο άντρας κερδίζει τη γυναίκα, τη σώζει από τον εαυτό του, τέλος. Ως ένας άντρας που αγαπάει μία γυναίκα, καταλαβαίνω πως δεν υπάρχουν τέτοια πράγματα. Δεν υπάρχει ηλιοβασίλεμα – υπάρχει μονάχα το τώρα, κι είμαστε μονάχα εγώ κι εσύ. Το οποίο μπορεί να είναι τρομακτικό, μέχρι και γαμημένα άσχημο κάποιες φορές.

Όμως, αν κλείσεις τα μάτια και ακούσεις τον ψίθυρο της καρδιάς σου… εάν απλώς συνεχίσεις να προσπαθείς και ποτέ δεν πάψεις… Ανεξαρτήτως του πόσες φορές τα σκατώσαμε… Ώσπου η αρχή και το τέλος γίνουν θολά και μετατραπούν σε κάτι που ονομάζεται «Μέχρι να ξανασυναντηθούμε…»

Αυτό είναι. Δεν ήξερα πώς να το τελειώσω γιατί δεν τελειώνει, γιατί ποτέ δεν θα τελειώσει. Για όσο υπάρχω εγώ κι όσο υπάρχεις εσύ, και για όσο υπάρχει η ελπίδα.


{Το γράμμα του Χανκ Μούντι στην παντοτινή του αγαπημένη, Κάρεν}


Σάββατο 14 Ιουλίου 2018

Η ποίηση κι η πάρτη της

Η μόνη που δεν θα σε κρίνει
Είναι η ποίηση διότι
Εκείνη είναι χειρότερη

Τα μαλλιά της μοσχοβολούν ιδρώτα
Οι πράξεις της γέμισαν αίματα
Τα λόγια της σπάσαν αγκώνες

Ποιος είμαι εγώ για να σε κρίνω;
Εγώ παλεύω να πω πως έζησα 
Η ποίηση πέθανε κι ακόμα δεν κρίνει

Κι αν κρίνει κάποιον θα είναι η πάρτη της 
Τόσο δεν νοιάζεται για αμαρτήματα τρίτων
Τόσο τη νοιάζει μονάχα ο εαυτός της


Η λύσσα κι οι φίλοι

Της λύπης φίλη η σκέψη
Της σκέψης φίλη η λύσσα
Της λύσσας φίλη η ανημποριά

Κι όλο έψαχνα για λύσεις
Κι όλο έχανα εμένα
Κι όλο σκέψεις με λυσσάγαν

Τώρα θέλω μόνο ύπνο
Τώρα μόνο ησυχία
Τώρα η ανημποριά, θηρίο

Μέχρι να σκεφτώ, λυσσάω
Κι από λύσσα καταριέμαι
Κι από λύσσα παραλύω

Πάντα θα αναρωτιέμαι
Τι ήμουνα εγώ για εκείνους
Που έχουνε φίλη τη λύσσα


Η Ρουτίνα

Αδυνατούσα να αντιληφθώ τη δύναμη που έχει
Η ρουτίνα των πραγμάτων
Μέχρι που την έχασα. 


Τρέχοντας

Τρέχοντας ήρθα σε εσένα
Τρέχοντας ζήσαμε με λαχτάρα
Τρέχοντας πήγαινε και η καρδιά σου

Τρέχοντας μπήκαμε σε νέο σπίτι
Τρέχοντας λάτρεψα τις συνήθειες
Τρέχοντας ήρθανε οι ευθύνες

Τρέχοντας έφυγα



Πέμπτη 28 Ιουνίου 2018

Αδυναμία

Τη στιγμή που θα αντιληφθούμε 
Πως δεν είμαστε γεμάτοι αδυναμίες 
Αλλά είμαστε μία αδυναμία ολόκληρη
Ίσως καταφέρουμε να ευχαριστηθούμε πραγματικά τις ζωές μας.

Ίσως πάλι 
Να απαλλαχθούμε από αυτές
Μην αντέχοντας να αποτελούμε
Παράσιτα ενός κόσμου που δεν μας ανήκει
Υποχείρια ενός μυαλού που μας μισεί. 


Παρασκευή 1 Ιουνίου 2018

Συγχώρα με που πέθανα

Εάν ένα μαχαίρι χωθεί μέσα στην πληγή
Φταίει αυτός που έβαλε το μαχαίρι εκεί;
Φταίει αυτός που άφησε την πληγή ανοιχτή;

Όχι.
Φταίω εγώ, που μάτωσα.
Φταίω εγώ που δεν είμαι φτιαγμένος από υλικό ανώτερο.

Κι αν μία μέρα με σκοτώσεις με τα φιλιά σου
Δεν θα φταις εσύ που με δολοφόνησες
Θα ευθύνομαι εγώ που αυτοκτόνησα φιλώντας σε.

Κι αν δεν καταλαβαίνεις τίποτα απ' όσα λέω
Φταίω και πάλι εγώ. 
Αυτό να θυμάσαι
Για να κοιμάσαι ήσυχη τα βράδια.

Το υλικό μου δεν θα φτιάξει ποτέ. 
Στην πρώτη ευκαιρία, μ' αρέσει που ανοίγει καινούρια πληγή.

Φταις εσύ που με μάτωσες; 
Όχι.
Φταίω εγώ που είμαι ευάλωτος μπρος στις ομορφιές του κόσμου.

Συγχώρα με που πέθανα, δεν θα το ξανακάνω.