Κυριακή 8 Μαΐου 2016

Ελεωνόρα ακούς;

Νέο δίσκο έβγαλε η Ελεωνόρα Ζουγανέλη, το «Μ’ αγαπούσες κι άνθιζε» κι εμένα μου ήρθε η όρεξη να κάτσω να γράψω κάτι γι’ αυτό το αριστούργημα με τις πολλές όψεις. Νομίζω είναι ένα γεμάτος δίσκος, ένας δίσκος πολυπρόσωπος. Μια Ελεωνόρα ωριμότερη από ποτέ,  αφηγούμενη ιστορίες για τον έρωτα, μιλώντας για αγάπες δίχως ίχνος εγωισμού κι αξιοπρέπειας, αλλά ταυτοχρόνως περιφρονώντας και κοροϊδεύοντας τα ίδια δυνατά συναισθήματα.




Είναι από αυτούς τους δίσκους που αρέσκομαι να τους λέω «δύο ταχυτήτων». Ένας κόσμος, κοινός, τον οποίο η Ελεωνόρα σπάει στα δύο κομμάτια. Μας χαρίζει λοιπόν τραγούδια-ωδές προς τον έρωτα από τη μία όπως το «Δύση και Ανατολή» ή το «Μείνε» κι από την άλλη, κάθεται και κοροϊδεύει τους ερωτάκους, τα ρομάντζα, τους ανθρώπους τους ίδιους για τον τρόπο με τον οποίο τους εξαθλιώνει ο έρωτας.

Τον τρόπο που εγώ αναλύω ένα δίσκο, λίγο-πολύ τον μάθατε από την προηγούμενη φορά, που μίλησα για την Καλλιθέα, αυτό το έπος του Δεληβοριά. Έτσι και τώρα, θα πάρω τα τραγούδια ένα-ένα κι άλλα θα τα ξεκοκαλίσω, για άλλα θα σου πω μια ιστορία δικιά μου και για κάποια άλλα, ίσως αφιερώσω μια μονάχα σειρά η οποία όμως για μένα θα σημαίνει πολλά.

Ξεκινάμε από τα ελεγειακά της, όπως τα αποκαλώ. Αυτά που μιλούν για τον έρωτα στην πιο ζωντανή μορφή του, που μοσχοβολάνε έντονα συναισθήματα όπως ένα ανοιξιάτικο απόγευμα. Το «Δύση και Ανατολή» το ακούω αυτή τη στιγμή που σου γράφω. Δεν ξέρω αν έχεις ζήσει ποτέ το απόλυτο μηδέν, το να χάνεται η Γη κάτω από τα πόδια σου, να νιώθεις τόσο εξαρτημένος από ένα άλλο πλάσμα. Ο Μίνως Μάτσας έγραψε το τραγούδι για να σου μεταφέρει αυτό ακριβώς το συναίσθημα. Αν κλείσεις τα μάτια σου μπορείς να δεις την Ελεωνόρα, μπορεί να δεις ακόμα και τον ίδιο σου τον εαυτό να λέει «Να ‘ρχόσουν μόνο ένα πρωί κι ας είναι από ντροπή,
σαν χάδι κι αστραπή και ‘γω θα σου χαρίσω πάλι Δύσ
η και Ανατολή». Αλήθεια, θυμάσαι πολλούς στίχους που να φωνάζουν «Είμαι εδώ για σένα όποτε κι αν έρθεις» τόσο δυνατά, τόσο ξεκάθαρα, τόσο απόλυτα; Γιατί αυτός είναι ένας τέτοιος στίχος.

Το «Μείνε» είναι μια μικρογραφία του «Δύση και Ανατολή». Μια γυναίκα που πετάει τον εγωισμό της, δεν τη νοιάζει η αξιοπρέπεια παρά μόνο η ανάγκη να διψάσει από εκείνον που αγαπά. Ή, να διψάσει από το φόβο του να χάσει αυτόν που αγαπάει. Πόσες φορές αγάπησες όχι ένα πρόσωπο αλλά το φόβο της απώλειας και της μοναξιάς; Αυτό σου λέει η Ελεωνόρα.

Το «Πίσω από τις γρίλιες» είναι το τρίτο κομμάτι που συνεχίζει την ιστορία των προηγούμενων δύο. Είναι σαν ένα παραμύθι. Το πρώτο μέρος ήταν ο χαμός, το δεύτερο η ικεσία ενώ το τρίτο, συνοψίζεται στο στίχο «Για λίγη ώρα μ’ αγαπάς πολύ». Κι έρχεται η «Μαργαρίτα», ένας διάλογος-μονόλογος με το λουλούδι του τίτλου. Παρακαλάει τη μαργαρίτα να της πει αν την αγαπάει. Τι φωνή είναι αυτή, τι ικεσία μπορεί να βγάλει μια φωνή και πόση στεναχώρια, για αυτή τη μαργαρίτα και την αγωνία για το τι θα μας πει, για το αν μας αγαπάνε ή όχι. Ποιος ξέρει, ίσως τα πέταλα της μαργαρίτας ξέρουν πιο πολλά απ’ όλους τους Θεούς του κόσμου.

Το «Ενθύμιο» μου έχει μείνει για το  στίχο «Μα να θέλω να το ζήσω κι άλλο να σε βασανίσω, και να σε λατρεύω λίγο αν και θα ‘θελα πολύ». Μη μου πεις πως δεν έχεις ζήσει αυτό το κωλοσυναίσθημα που σου επιτάσσει να κρατήσεις μέσα σου, να πνίξεις όσα νιωθεις ενώ θες να τα ουρλιάξεις. Θα είσαι ψεύτης.

Πάμε στο «Χωρίς Εξηγήσεις» που για μένα είναι το αγαπημένο μου κομμάτι, το κομμάτι που ουρλιάζει πως «Ξέρεις κάτι; Όπου κι αν πας, εμένα θα σκέφτεσαι, και το αστείο είναι πως όπου κι αν πας θα σε περιμένω» κι όλα αυτά με μια μουσική χαρμόσυνη, με το μπουζούκι να γλεντάει, με αυτή τη σιγουριά πως όπου κι αν πας, εμένα θα θέλεις. Και το ακούς από την Ελεωνόρα και λες, ε ναι ρε Ελεωνόρα, εσύ το τραγουδάς, τρελός θα είναι ο τύπος να μη γυρίσει σε εσένα;

Κι ας κλείσουμε τις ελεγείες με το πένθιμο όπως το χαρακτηρίζω «Το Τελευταίο Σου Το Γεια», ένα ζεϊμπέκικο για μια αγάπη χαμένη, για έναν έρωτα τελειωμένο, για μια πόρτα που έκλεισε. «Όλα ο άνθρωπος μπορεί σε μια στιγμή να τα τελειώσει Μα τη δική μου τη πληγή κανένας δεν θα νιώσει».
Κι ανοίγουμε το κεφάλαιο Εξευτελισμός με τα δύο τραγούδια, το «Ρομάντζο» και το «Κορμί της Κοραλίας». Παιχνιδιάρικος ήχος, μεγάλες αλήθειες, μεγάλα νοήματα. Με 2-3 λόγια θα σου πω απλώς πως το ρομάντζο το σκότωσε ο γάμος και πως ο ιππότης με το άσπρο άλογο, σαν γίνει γαμπρός γίνεται ο χέστης με τη μαύρη γάτα. Έχεις καμία αντίρρηση σε αυτό; Ή μήπως έχεις αντίρρηση στο ότι τις πεντάμορφες κανείς δεν τις αγαπά; Εγώ θα συμφωνήσω σε όλα, εσύ άκου την Ελεωνόρα κι αν διαφωνείς τώρα, θα σε πείσει.

Έμειναν δύο που είναι μια ξεχωριστή κατηγορία το καθένα. Το «Μ’ Αγαπούσες κι Άνθιζε» είναι μια ιστορία μιας καρδιάς. Μιας καρδιάς που δε ξεχνάει, δεν προχωράει, δεν πηγαίνει μπροστά γιατί ξέρει πως όλα τα όμορφα, όλα όσα ήθελε, όλα όσα άξιζαν να την κάνουν να χτυπάει δυνατά, ήταν πίσω, στο παρελθόν. Και το ξέρει καλά. Και το αγαπάει τούτο το παρελθόν. Κρατάω μονάχα εκείνη την αγωνία του στίχου «Με ξέχασες μήπως;».


Και φυσικά και θα τελειώσω μιλώντας για ένα αριστούργημα, όχι για απλά ένα τραγούδι, για το «Ως κι οι Θάλασσες». Οι άνθρωποι, είναι έτσι ακριβώς σήμερα. Αυτό το «Δε φταις εσύ». Αυτό το «Εμένα με διώχνουν ως κι οι θάλασσες». Τους λατρεύω τους ανθρώπους τους ανένταχτους, αυτούς που φεύγουν μακριά απ’ όλα, αυτούς που ξέρουν πως δεν μπορούν να ανήκουν πουθενά. Δεν μπορούν τη μαυρίλα, δεν μπορούν τη στεναχώρια, δεν αποζητούν τίποτα λιγότερο από το τέλειο. Όλοι μας τέτοιους ανθρώπους λατρεύουμε, τέτοιους ανθρώπους ερωτευόμαστε, ανθρώπους που κι οι θάλασσες τους διώχνουν και ποσώς τους νοιάζει αν εμείς είμαστε εδώ. «Μαύρο το φως, να μου λείπει». Τίποτα λιγότερο από την τελειότητα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου