Παρασκευή 7 Σεπτεμβρίου 2018

Η τελευταία ερωτική επιστολή


Αγαπητή Κάρεν,

κάπως έτσι αρχίζει. Σκεφτόμουν σχετικά με Εμάς. Εμάς με κεφαλαίο Έψιλον. Την ιστορία Μας. Πώς σκατά μπορώ να την ανακεφαλαιώσω; Υπήρξε τέλεια; Δύσκολα. Οποιαδήποτε ιστορία με εμένα στο κέντρο της δεν θα είναι τίποτα λιγότερο από ένα τεράστιο μπέρδεμα. Αλλά ορίστε τι ξέρω με σιγουριά: οι δικές μας όμορφες ημέρες ήταν ένα πράγμα γεμάτο γαμημένη, αγνή ομορφιά.

Οι εφιάλτες, τα χανγκόβερ, τα γαμήσια και το ξύλο… Η πανέμορφη, λαμπρή παραφροσύνη σε αυτή τη δικιά μας πόλη… όπου για χρόνια ξυπνούσα, τα έκανα σκατά όλα, έλεγα «συγγνώμη», λιποθυμούσα και μετά τα έκανα όλα ξανά από την αρχή. Ως συγγραφέας, λατρεύω τα χαρούμενα τέλη. Ο άντρας κερδίζει τη γυναίκα, τη σώζει από τον εαυτό του, τέλος. Ως ένας άντρας που αγαπάει μία γυναίκα, καταλαβαίνω πως δεν υπάρχουν τέτοια πράγματα. Δεν υπάρχει ηλιοβασίλεμα – υπάρχει μονάχα το τώρα, κι είμαστε μονάχα εγώ κι εσύ. Το οποίο μπορεί να είναι τρομακτικό, μέχρι και γαμημένα άσχημο κάποιες φορές.

Όμως, αν κλείσεις τα μάτια και ακούσεις τον ψίθυρο της καρδιάς σου… εάν απλώς συνεχίσεις να προσπαθείς και ποτέ δεν πάψεις… Ανεξαρτήτως του πόσες φορές τα σκατώσαμε… Ώσπου η αρχή και το τέλος γίνουν θολά και μετατραπούν σε κάτι που ονομάζεται «Μέχρι να ξανασυναντηθούμε…»

Αυτό είναι. Δεν ήξερα πώς να το τελειώσω γιατί δεν τελειώνει, γιατί ποτέ δεν θα τελειώσει. Για όσο υπάρχω εγώ κι όσο υπάρχεις εσύ, και για όσο υπάρχει η ελπίδα.


{Το γράμμα του Χανκ Μούντι στην παντοτινή του αγαπημένη, Κάρεν}


Σάββατο 14 Ιουλίου 2018

Η ποίηση κι η πάρτη της

Η μόνη που δεν θα σε κρίνει
Είναι η ποίηση διότι
Εκείνη είναι χειρότερη

Τα μαλλιά της μοσχοβολούν ιδρώτα
Οι πράξεις της γέμισαν αίματα
Τα λόγια της σπάσαν αγκώνες

Ποιος είμαι εγώ για να σε κρίνω;
Εγώ παλεύω να πω πως έζησα 
Η ποίηση πέθανε κι ακόμα δεν κρίνει

Κι αν κρίνει κάποιον θα είναι η πάρτη της 
Τόσο δεν νοιάζεται για αμαρτήματα τρίτων
Τόσο τη νοιάζει μονάχα ο εαυτός της


Η λύσσα κι οι φίλοι

Της λύπης φίλη η σκέψη
Της σκέψης φίλη η λύσσα
Της λύσσας φίλη η ανημποριά

Κι όλο έψαχνα για λύσεις
Κι όλο έχανα εμένα
Κι όλο σκέψεις με λυσσάγαν

Τώρα θέλω μόνο ύπνο
Τώρα μόνο ησυχία
Τώρα η ανημποριά, θηρίο

Μέχρι να σκεφτώ, λυσσάω
Κι από λύσσα καταριέμαι
Κι από λύσσα παραλύω

Πάντα θα αναρωτιέμαι
Τι ήμουνα εγώ για εκείνους
Που έχουνε φίλη τη λύσσα


Η Ρουτίνα

Αδυνατούσα να αντιληφθώ τη δύναμη που έχει
Η ρουτίνα των πραγμάτων
Μέχρι που την έχασα. 


Τρέχοντας

Τρέχοντας ήρθα σε εσένα
Τρέχοντας ζήσαμε με λαχτάρα
Τρέχοντας πήγαινε και η καρδιά σου

Τρέχοντας μπήκαμε σε νέο σπίτι
Τρέχοντας λάτρεψα τις συνήθειες
Τρέχοντας ήρθανε οι ευθύνες

Τρέχοντας έφυγα



Πέμπτη 28 Ιουνίου 2018

Αδυναμία

Τη στιγμή που θα αντιληφθούμε 
Πως δεν είμαστε γεμάτοι αδυναμίες 
Αλλά είμαστε μία αδυναμία ολόκληρη
Ίσως καταφέρουμε να ευχαριστηθούμε πραγματικά τις ζωές μας.

Ίσως πάλι 
Να απαλλαχθούμε από αυτές
Μην αντέχοντας να αποτελούμε
Παράσιτα ενός κόσμου που δεν μας ανήκει
Υποχείρια ενός μυαλού που μας μισεί. 


Παρασκευή 1 Ιουνίου 2018

Συγχώρα με που πέθανα

Εάν ένα μαχαίρι χωθεί μέσα στην πληγή
Φταίει αυτός που έβαλε το μαχαίρι εκεί;
Φταίει αυτός που άφησε την πληγή ανοιχτή;

Όχι.
Φταίω εγώ, που μάτωσα.
Φταίω εγώ που δεν είμαι φτιαγμένος από υλικό ανώτερο.

Κι αν μία μέρα με σκοτώσεις με τα φιλιά σου
Δεν θα φταις εσύ που με δολοφόνησες
Θα ευθύνομαι εγώ που αυτοκτόνησα φιλώντας σε.

Κι αν δεν καταλαβαίνεις τίποτα απ' όσα λέω
Φταίω και πάλι εγώ. 
Αυτό να θυμάσαι
Για να κοιμάσαι ήσυχη τα βράδια.

Το υλικό μου δεν θα φτιάξει ποτέ. 
Στην πρώτη ευκαιρία, μ' αρέσει που ανοίγει καινούρια πληγή.

Φταις εσύ που με μάτωσες; 
Όχι.
Φταίω εγώ που είμαι ευάλωτος μπρος στις ομορφιές του κόσμου.

Συγχώρα με που πέθανα, δεν θα το ξανακάνω.


Τρίτη 29 Μαΐου 2018

Ο Μαλάκας που Την έχασε

Τι να τις κάνεις τις συγγνώμες και τις λυτρώσεις και τις απολογίες και όλα αυτά τα αηδιαστικά; Το θέμα είναι να είχες τα κότσια τότε να κράταγες εδώ τούτη την Εκείνη που αγάπησες κι όχι να αποδεχθείς την αποχώρησή Της, δίχως καν να Της πιάσεις το χέρι μια τελευταία φορά.

Και λυπήθηκες, δάκρυσες, αναγνώρισες πόσα σου λείπουν, το πρώτο δευτερόλεπτο που ήταν μακριά σου. Κι ήταν ήδη πολύ αργά. Κι όλα πια έχασαν το νόημά τους. Καμία σύνδεση, καμία γαλήνη, καμία ηρεμία και καλά να πάθεις.

Γιατί ήταν η ζάχαρη στον καφέ σου. Η μουσική στην αγαπημένη σου ταινία. Το χάδι στο λαιμό όταν κοιμόσουν. Το φιλί το ξεκάρφωτο, την ώρα που το μυαλό σου ήταν αλλού. Το «σ'αγαπώ» Της εκεί που είχες πάψει να πιστεύεις στα θαύματα. Το χαμόγελό Της εκεί που είχες πάψει να πιστεύεις στην ομορφιά του κόσμου.

Νιώθεις κενός, Μαλάκα; Χειρότερα από ποτέ, έτσι; Κενός, ανήθικος, δειλός, αδύναμος νιώθεις; Καλά να πάθεις. Σε όσους μας δίνουν ευτυχία χαρίζουμε ευτυχία. Κι εσύ δεν το έκανες. Για αυτό σε ονόμασα Μαλάκα, άλλωστε.

Κι αν η Εκείνη σε άκουγε, θα της έλεγες ότι Την αγαπάς, ότι θα έδινες τα πάντα για να Την ξαναδείς, πως η φωνή της είναι η ομορφότερη στη Γη, πως το μυαλό της επιτέλους σού έδωσε την ευτυχία να καταλάβεις πως υπάρχουν κι άλλα, υπέροχα αλλοπρόσαλλα μυαλά σαν το δικό σου.

Και το κορμί της ήταν τόπος λατρείας μα είναι πια αργά για λατρείες, ακόμα κι αν θυσίαζες τον εαυτό σου τον ίδιο. Και η καρδιά Της ήταν φωλιά έρωτα μα για κακή σου τύχη, ο έρωτάς Της για σένα δεν είναι πια εδώ.

Θα είσαι για πάντα πια, ο Μαλάκας που την Έχασε.


Κυριακή 13 Μαΐου 2018

Συγγραφής ψευδαίσθηση

Δεν έχω ξαναγράψει τρίτη σερί μέρα στη ζωή μου ποτέ κι αυτή τη στιγμή κάθε δαχτυλιά στο πληκτρολόγιο αποτελεί μαχαιριά αλλά μου το υποσχέθηκα. Κάτσε να βάλω και μια τελεία, κάτσε να πάρω και μια ανάσα. Είμαι έτοιμος να το παρατήσω. Νομίζω πως η συγγραφή είναι η δυσκολότερη όλων των μορφών τέχνης, ξέρεις γιατί; Γιατί στην κάθε μέρα μας περνάνε από το μυαλό και τα χείλη μας μύρια από τα αντικείμενα της τέχνης μας: τα λόγια, οι λέξεις. Οι ζωγράφοι έχουν τα χρώματα, οι μουσικοί τους στίχους, οι τραγουδιστές τη λαλιά, οι ποδοσφαιριστές τα πόδια τους, οι σκηνοθέτες τους ηθοποιούς, κι εμείς το μόνο που έχουμε είναι αυτό που έχουν κι όλοι οι άλλοι: λέξεις. Και παλεύουμε απλά να ξεχωρίσουμε και να μην τις χρησιμοποιούμε όπως όλοι οι άλλοι, προσπαθούμε να τις τοποθετήσουμε ομορφότερα ή καλύτερα ή με μεγαλύτερο στόμφο, χαρούμενοι με την επίδειξή τους. Να σας πω ένα μυστικό; Κανείς μας δεν είναι συγγραφέας, όποιος λέει πως είναι, είναι αποτυχημένος. Κανένας δεν είναι ποιητής, ντροπή σε όποιον τολμήσει να το πει για τον εαυτούλη του. Είμαστε ένα μάτσο αποτυχημένων που απελπισμένα παλεύουμε να γράψουμε κάτι σε έναν κόσμο που δεν θα κάνει καμιά διαφορά η γραφή μας. Είμαστε καταδικασμένοι να πεθάνουμε μαζί με μια τέχνη που δεν την ασκήσαμε ποτέ. Δεν θα γίνουμε ποτέ Μπουκόφσκι, Ντοστογιέφσκι ή Ντίκενς. Μονάχα για κανένα λεπτό θα το νιώσουμε και μόλις ανοιγοκλείσουμε ξανά τα μάτια τούτη η ψευδαίσθηση, ευτυχώς, θα φύγει.